Παρασκευή 31 Μαΐου 2013

Riverpark Urban Farm : Κινητό Αστικό Αγρόκτημα στη Νέα Υόρκη

Κινητό Αστικό Αγρόκτημα στη Νέα Υόρκη

Του Λάμπρου Σεκλιζιώτη
αρχιτέκτονa



Ανάμεσα στους πανύψηλους ουρανοξύστες της  Νέας Υόρκης υπάρχει  ένα 15.000 τετραγωνικών ποδιών κινητό αστικό αγρόκτημα, που ονομάζεται Φάρμα Riverpark. Eίναι ένα από τα μεγαλύτερα αστικά αγροκτήματα και από τα καλύτερα αστικά μοντέλα γεωργίας στη Νέα Υόρκη. Γεννήθηκε μέσα από τις ιδέες της αειφορίας και της  αστικής γεωργίας, είναι προϊόν  συνεργασίας  του Κέντρου για την Επιστήμη και Ζωή «Αλεξάνδρεια» και του εστιατόριου Riverpark.


Το αγρόκτημα αποτελεί  παράδειγμα της προσωρινής εναλλακτικής χρήσης ενός παρατημένου κενού οικοπέδου μέσα στον αστικό ιστό της πόλης, στο οποίο η ανοικοδόμηση είχε ανασταλεί προσωρινά λόγω της  παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Ο εργολάβος , χρησιμοποιώντας αυτό το «αστικό κενό» (ένα από τα 600 στη Νέα Υόρκη), προσφέρει μια διαφορετική ιδέα προσέγγισης για την τόνωση των τοπικών συμφερόντων και της τοπικής οικονομικής δραστηριότητας, την περιβαλλοντική ωφέλεια, την αισθητική αναβάθμιση της περιοχής, και τη συμμετοχή της τοπικής κοινότητας. Κυρίως όμως δείχνει τον δρόμο για την μείωση των εκπομπών ρύπων από τη μετακίνηση των τροφίμων σε μεγάλες αποστάσεις (food miles).


Η πραγματική καινοτομία όμως βρίσκεται στη «φορητότητα» και την ευκινησία του αγροκτήματος. Για τον σχεδιασμό εφαρμόστηκε μια  βιώσιμη, οικονομική, φορητή και ευέλικτη προσέγγιση για την αστική γεωργία. Η λύση ήταν ανακυκλωμένα «καφάσια» για μπουκάλια γάλακτος, τα οποία αναπροσαρμόστηκαν και επαναχρησιμοποιήθηκαν ως μεταφερόμενες ζαρντινιέρες επενδυμένες με γεωύφασμα , οι οποίες , στοιβαγμένες ανά δυο, ταιριάζονταν μεταξύ τους με γνώμονα την όσο το δυνατόν καλύτερη χρήση του χώρου. Η ανάγκη για κινητικότητα έχει να κάνει με το γεγονός ότι το οικόπεδο κάποια στιγμή θα χρησιμοποιηθεί και η όλη εγκατάσταση θα πρέπει να μετακινηθεί με το λιγότερο κόστος. Βοηθά επίσης με την αμειψισπορά, τη φύτευση και συγκομιδή της σοδειάς.

Το κιβώτιο του γάλακτος είναι το τέλειο δοχείο, ένα κυβικό πόδι (1 Κυβικό Πόδι  = 28,31 Λίτρα), το οποίο δίνει τη δυνατότητα για την καλλιέργεια σχεδόν 100 διαφορετικών τύπων καλλιεργειών και 6.000 φυτών, αποδεικνύοντας στη πράξη μια πιο πράσινη, πιο βιώσιμη μέθοδο προμήθειας των τοπικών επιχειρήσεων με προϊόντα. Διάφορες κατηγορίες και ποικιλίες  λαχανικών και αρωματικά βότανα που καλλιεργούνται στο αγρόκτημα είναι ειδικά επιλεγμένα με βάση την ικανότητά τους να αναπτύσσονται γρήγορα όταν φυτεύονται σε στοιβαγμένα καφάσια με το κατάλληλο εδαφικό υπόστρωμα και να μεγαλώνουν σε αστικό περιβάλλον.


Ένα ακόμη δείγμα οικολογικής και βιώσιμης διαχείρισης, είναι το γεγονός ότι στο αγρόκτημα χρησιμοποιούνται τα καθαρά οργανικά απορρίμματα τροφίμων από την κουζίνα σαν λίπασμα μετά από κομποστοποίηση, για τη διατήρηση της γονιμότητας του εδάφους σε όλες τις εποχές του χρόνου. Οι διαχειριστές του αγροκτήματος χρησιμοποιούν επίσης άλλες βιολογικές μεθόδους εμπλουτισμού του εδάφους, όπως στρώμα φλοιού κακάο για να διατηρηθεί η υγρασία του εδάφους και να παρέχει επιπλέον άζωτο στα φυτά ντομάτας  αλλά και σίκαλη τον  χειμώνα (ως φυτική κάλυψη) για να διατηρήσουν σταθερό το έδαφος του αγροκτήματος μέχρι την άνοιξη. 


Περισσότερο από μια απλά όμορφη «πράσινη» προσθήκη στην πόλη ή ένα χώρο αστικού πρασίνου, παρέχει και φρέσκα προϊόντα στο εστιατόριο Riverpark αλλά και στα γύρω εστιατόρια της Νέας Υόρκης , υπό την επίβλεψη του σεφ του εστιατορίου. Ο σεφ επισκέπτεται το αγρόκτημα καθημερινά για να συζητήσει με τους παραγωγούς για τη σοδειά , ώστε να μπορούν να προκαθορίζουν τις επιλογές του μενού για την επόμενη ημέρα με βάση τη προσφορά και τη ζήτηση.


Όσον αφορά την αστική ρύπανση και τις επιπτώσεις στη παραγωγή, στην ουσία δεν τίθεται ζήτημα. Τυχόν ατμοσφαιρικοί ρύποι κατακρατούνται κυρίως από το φυλλικό μέρος του φυτού, οπότε λαχανικά όπως ντομάτες, αγγούρια, μελιτζάνα, κλπ. δεν επηρεάζονται το ίδιο. Όσο αφορά τα σαλατικά, χόρτα, βότανα, κ.ά., το κλειδί βρίσκεται στον σχετικά μικρό βιολογικό κύκλο των φυτών αυτών, μέχρι τη συγκομιδή η όποια επαναλαμβάνεται πολλές φορές εντός λίγων εβδομάδων. Η υπ 'αριθμόν ένα, πηγή της ρύπανσης στην αστική γεωργία προέρχεται από τη χρήση επιμολυσμένου εδάφους. Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως , το χώμα είναι φερτό από τα βόρεια της πολιτείας της Νέας Υόρκης και μετά από εδαφολογικές αναλύσεις, εκμηδενίζοντας έτσι κάθε  πιθανότητα μόλυνσης από βαρέα μέταλλα και άλλους ρυπογόνους παράγοντες της πόλης.

Λαχανόκηπος στο δώμα

Λαχανόκηπος στο δώμα

Της Σταυρούλας Κατσογιάννη
Γεωπόνου (ΓΠΑ) - Αρχιτέκτονα τοπίου

Η αξιοποίηση της στέγης

Η ανάγκη του ανθρώπου να ζήσει σε πιο ασφαλή περιβάλλοντα και να έχει  πρόσβαση σε επαρκή τροφή, και ασφαλή προϊόντα  τον οδηγεί σε  νέες προοπτικές καλλιέργειας μέσα στη πόλη. Αστικά αγροκτήματα μπορούν να  δημιουργηθούν πέρα από τα ελεύθερα οικόπεδα, τους δημοτικούς λαχανόκηπους, τους ιδιωτικούς λαχανόκηπους  και στις στέγες.  Η στέγη που παραμένει  άδεια και υποβαθμισμένη θα μπορούσε να μεταμορφωθεί σε ένα ζωντανό τόπο που εκτός από αισθητική ικανοποίηση θα καλύπτει ένα μέρος ή ακόμα και εξ ολοκλήρου τις διατροφικές ανάγκες των χρηστών.
Η τεχνολογία και η τεχνογνωσία των συστημάτων φύτευσης των δωμάτων έχει εξελιχτεί, εφόσον λοιπόν το κτίριο αντέχει στατικά,  υπάρχει η δυνατότητα να εγκατασταθεί   πράσινο δώμα, χωρίς να  δημιουργήσει το παραμικρό πρόβλημα,  αλλά αντίθετα να  προστατέψει το κτίριο και να το αναβαθμίσει.

Τι είναι όμως πράσινο δώμα;

Είναι ένα σύστημα που αποτελείται  από στρώματα διαφορετικών υλικών (αντιρριζική μεμβράνη, αποστραγγιστικό σύστημα, φίλτρα, υπόστρωμα  ανάπτυξης φυτών),  τα οποία  τοποθετούνται  πάνω από την υπάρχουσα μόνωση  και αποτελούν  την  υποδομή για την εγκατάσταση της βλάστησης. Υπάρχουν διάφοροι τύποι φυτεμένων δωμάτων τα κυριότερα είναι  ο εντατικός και ο εκτατικός. Οι  εκτατικές πράσινες στέγες έχουν μικρότερο  βάρος, έχουν πιο ρηχά υποστρώματα, είναι πιο οικονομικές και μπορούν να αναπτυχθούν πόες και πολύ μικροί θάμνοι,  σε σύγκριση με  τις εντατικές  στέγες  που μπορούν να φιλοξενήσουν ακόμα και δέντρα.


Λαχανόκηπος στο δώμα

Δώμα εκτατικού τύπου με πάχος εδαφικού υποστρώματος 12 εκ.
Ο λαχανόκηπος στην ταράτσα είναι ένας κήπος που λειτουργεί ενιαία, σαν σύνολο όπως ακριβώς και στο έδαφος, με μόνη διαφορά ότι στο δώμα τα φυτά βρίσκονται κάτω από καθεστώς πλήρους ηλιοφάνειας, εκτεθειμένα στους ανέμους και στις υψηλές θερμοκρασίες.  Στόχος είναι τα φυτά να ευδοκιμήσουν, να  δώσουν καρπούς, όχι απλώς να επιβιώσουν, για αυτό πρέπει να τους εξασφαλίσουμε όσο το δυνατό καλύτερες συνθήκες ανάπτυξης.

Καταρχήν το εδαφικό υπόστρωμα, το οποίο  δεν είναι χώμα πρέπει να  δίνει τη δυνατότητα στα φυτά να αναπτύξουν ένα πυκνό ριζικό σύστημα,  να ικανοποιεί τις φυσικές, χημικές και βιολογικές ανάγκες τους, απαιτείται να έχει συγκεκριμένο πορώδες, PH και κοκκομετρία  να είναι σταθερό, να απορροφά  νερό, να επιτρέπει τον αερισμό του ριζικού συστήματος των φυτών, να στραγγίζει και τέλος να μην συμπιέζεται .Καλύτερα να τοποθετηθούν έτοιμα σπορόφυτα που υπάρχουν στο εμπόριο ή να προετοιμάσετε μόνοι σας  τα φυτά σας σε ένα σπορείο και να τα μεταφυτεύσετε στο δώμα όταν είναι έτοιμα. Τα κατάλληλα εργαλεία για τη φύτευση των φυτών δεν πρέπει να είναι αιχμηρά, γιατί μπορεί να τραυματίσουν κάποιο υλικό της διαστρωμάτωσης. Η φύτευση μπορεί να γίνει ακόμα και με τα χέρια μιας και το εδαφικό υπόστρωμα είναι ελαφρύ και δουλεύεται εύκολα. Η πυκνότητα φύτευσης εξαρτάται από το είδος του φυτού, έτσι ώστε να μην δημιουργούνται συνθήκες  ανταγωνισμού μεταξύ των φυτών. Θα ήταν χρήσιμο να επιτυγχάνεται εδαφοκάλυψη είτε από τα φυτά είτε από κάποιο άλλο υλικό ώστε να γίνεται οικονομία νερού και να αποφεύγονται τα ανεπιθύμητα ζιζάνια. Τις πρώτες μέρες εγκατάστασης του λαχανόκηπου χρειάζεται προσοχή στις επισκέψεις των πουλιών που μπορεί να ξεριζώσουν τα νεαρά φυτά καθώς ψάχνουν για τροφή. 

Είναι προτιμότερο να γίνονται συνδυασμοί φυτών και μάλιστα φυτών με διαφορετικά ύψη. Πχ. φασολάκια, πεπόνι, καρπούζι, κολοκύθι, αγγούρι, ντομάτα, πιπεριά,  μελιτζάνα. Συνήθως, τα φυτά που ανταποκρίνεται καλύτερα στις συνθήκες του τελευταίου ορόφου είναι προσαρμοσμένα στα ξηρά κλίματα με συμπαγές και ανθεκτικό σχήμα.  Επίσης είναι απαραίτητο να υπάρχει ένα σχέδιο εναλλαγής καλλιεργειών ώστε ο λαχανόκηπος να δίνει προϊόντα όλο το χρόνο.

Σε ανεμόπληκτες στέγες είναι καλύτερα να επιλέγονται φυτά χαμηλού ύψους, για να αποφεύγονται οι τραυματισμοί ιδιαίτερα της νεαρής βλάστησης. Η παρουσία στηθαίου περιφερειακά  του δώματος προστατεύει τα φυτά από τις ριπές του ανέμου, σε περίπτωση όμως που δεν υπάρχει στηθαίο, ο ρόλος του αντικαθίσταται από ένα φυτικό φράχτη.

Λαχανικά σε δώμα στο Ελληνικό Αττικής .Διακρίνεται το εδαφικό υπόστρωμα.
Η λίπανση των φυτών γίνεται αποκλειστικά με οργανικό λίπασμα αργής αποδέσμευσης, σε καμιά περίπτωση δεν χρησιμοποιούμε χημικό λίπασμα στο λαχανόκηπο που βρίσκεται σε φυτεμένο δώμα. Επίσης λόγω αυξημένων αναγκών των φυτών για θρέψη είναι απαραίτητο μεγαλύτερο ποσοστό οργανικής ουσίας στο εδαφικό υπόστρωμα.    

Η μελέτη και η κατασκευή του φυτεμένου δώματος θα πρέπει να γίνει από γεωτεχνικό επιστήμονα και  εξειδικευμένα συνεργεία και βέβαια σύμφωνα  με τις προδιαγραφές (Αριθμ. οικ. 911/12/2011 -ΦΕΚ 14 Β/11-1-2012).  Η διαχείρισή του μπορεί να γίνει από τον χρήστη του κτιρίου προσφέροντάς του, καρπούς, τη χαρά της ενασχόλησης και της δημιουργίας αλλά και ένα βιώσιμο περιβάλλον. Μην ξεχνάμε ότι τα μεγάλα αστικά κέντρα εξαντλούν πόρους από ολόκληρες περιοχές γύρω από αυτά για να τα τροφοδοτήσουν.
Η πράσινη στέγη μπορεί να γίνει πραγματικότητα και στο δικό σας χώρο, αποζημιώνοντας  σας σε πολλά επίπεδα και αλλάζοντας τη καθημερινότητά σας. Μην στερηθείτε τα πολλαπλά οφέλη της.



 


Κομποστοποίηση

Κομποστοποίηση

Του Σταμάτη Καβασίλη
Γεωπόνου (ΓΠΑ) – Εδαφολόγου

Τι είναι η Κομποστοποίηση
Η κομποστοποίηση είναι η τεχνική (τεχνικές) που κερδίζουν συνεχώς έδαφος στην προσπάθεια για ανακύκλωση των «άχρηστων» οργανικών υλών ώστε να έχουμε παραγωγή ενός νέου χρήσιμο προϊόντος και παράλληλα δραστική μείωση του όγκου των στερεών μας απορριμμάτων.
Οι όροι «κομποστοποίηση» και «κομπόστα» (compost) τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα χρησιμοποιούνται αρκετά και τις περισσότερες φορές λανθασμένα όσο αφορά τη διαδικασία και το τελικό παραγόμενο προϊόν. Ο όρος «Θερμόφιλη Βιοαποικοδόμηση Οργανικών Υλικών» είναι ίσως ο σωστότερος όρος για να χαρακτηρίσει τη διαδικασία της Κομποστοποίησης.


Σε τι χρησιμεύει
Η κομποστοποίηση των οργανικών υπολειμμάτων αποβλέπει: α) στην ανακύκλωση και αξιοποίησή τους στη γεωργία και β) στην διαχείριση τους στα συστήματα διάθεσης αποβλήτων.
Η κομποστοποίηση αποτελεί εξειδικευμένη μορφή σταθεροποίησης αποβλήτων κατά την οποία οι συνθήκες υγρασίας και αερισμού είναι τέτοιες που εξασφαλίζουν την ταχεία ανάπτυξη υψηλών θερμοκρασιών ευνοϊκών για την ανάπτυξη και επικράτηση θερμόφιλων μικροοργανισμών. Ο παραπάνω ορισμός προσδιορίζει μια ελεγχόμενη βιο-οξειδωτική διαδικασία η οποία:
·         Αφορά ετερογενή οργανικά υλικά σε στερεά κατάσταση
·         Περνάει από μια αρχική φάση αποικοδόμησης κατά την οποία αναπτύσσονται θερμοκρασίες της θερμόφιλης περιοχής και παράγονται πρόσκαιρα φυτοτοξικές ουσίες.
·         Οδηγεί σε μια κατάσταση σταθεροποίησης το τελικό προϊόν της οποίας χαρακτηρίζεται ως ώριμη κομπόστα.
Κατά συνέπεια, χειρισμοί και προϊόντα που δεν πληρούν τις πιο πάνω προϋποθέσεις δεν χαρακτηρίζονται με τους όρους «κομποστοποίηση» και «κομπόστα».

Τα πλεονεκτήματα της κομποστοποίησης
Τα πλεονεκτήματα της κομποστοποίησης οργανικών υλικών είναι τα εξής:
·      Η κομπόστα υποκαθιστά ή μειώνει την χρήση αζωτούχων λιπασμάτων.
·      Εξασφαλίζεται η ταχεία μείωση του όγκου και του βάρους του αρχικού υλικού, αυξάνοντας έτσι τη συγκέντρωση θρεπτικών υλικών, ενώ μειώνεται το κόστος αποθήκευσης και μεταφοράς.
·      Εξουδετερώνει τις δυσάρεστες οσμές καθώς και απαλλάσσει από την παρουσία διαφόρων οργανισμών.
·      Στις παρατεταμένες υψηλές θερμοκρασίες που αναπτύσσονται, θανατώνονται οι σπόροι ζιζανίων, οι παθογόνοι μικροοργανισμοί και τα παράσιτα που ενδεχομένως υπάρχουν στο αρχικό υλικό.
·      Βελτιώνει τη γονιμότητα του εδάφους.
·      Αυξάνει τη χωρητικότητα των χωματερών, επειδή τα οργανικά κλάσματα καταλαμβάνουν κατά κανόνα ένα σημαντικό ποσοστό στο σύνολο των απορριμμάτων.
·      Η χρησιμοποίηση κομποστών σε θερμοκηπιακές κηπευτικές καλλιέργειες και σε γλαστρικά φυτά, μειώνει την εξάρτηση από την εισαγωγή τύρφης και άλλων οργανικών υποστρωμάτων.

Οποιοδήποτε μίγμα στερεών οργανικών υλικών προσφέρεται για κομποστοποίηση αρκεί η περιεκτικότητα του σε ξηρή οργανική ουσία να είναι άνω του 20%. Για να λειτουργήσει το σύστημα της κομποστοποίησης πρέπει να καλυφθούν οι ανάγκες των θερμόφιλων μικροοργανισμών. Συνήθως οι κύριες θρεπτικές ανάγκες αφορούν τις πηγές άνθρακα (C) και αζώτου (N). 

Τα υλικά που μπορούν να κομποστοποιηθούν μπορεί να προέρχονται από γεωργικές εκμεταλλεύσεις, ζωοτεχνικές μονάδες, γεωργικές βιομηχανίες, βιομηχανίες τροφίμων, απορρίμματα οικισμών, καπνοβιομηχανίες, υφαντουργεία, χαρτοβιομηχανίες, βιομηχανίες ξύλου. Πλαστικές ύλες, πέτρες γυάλινα αντικείμενα, δεν κομποστοποιούνται.

Για να ξεκινήσει η διαδικασία της κομποστοποίησης η πιο σημαντική παράμετρος που πρέπει να ελεγχθεί, είναι ο λόγος άνθρακα προς αζώτου (C/N). Η πλέον ευνοϊκή τιμή του λόγου είναι 30-35. Ενδεικτικά στον σχετικό πίνακα αναφέρονται μερικές πρώτες ύλες που κομποστοποιούνται, καθώς και ο λόγος C/N.  

Υλικά
Λόγος C/N
Ούρα ζώων
0,8
Κοπριά πουλερικών
4
Διάφορα πράσινα μέρη φυτών
7
Τριφύλλι (φυτά νεαρής ηλικίας)
12
Νωπά χόρτα
12
Χλοοτάπητας
12
Ξηρά χόρτα
19
Αναμιγμένα απορρίμματα κήπου
20
Υπολείμματα κουζίνας
23
Κοπριά βοοειδών
27
Νωπά φύλλα
30
Φύλλα ελιάς
33
Ξηρά φύλλα
45
Καλαμιά αραβοσίτου
60
Άχυρα σίκαλης
65
Άχυρα σιταριού
125
Φρέσκο ακατέργαστο πριονίδι
208
















Τα τρία βασικά στάδια κομποστοποίησης με χαμηλού κόστους εγκατάσταση

Εμπειρικά, τα μαλακά υλικά και τα πράσινα μέρη των φυτών, περιέχουν περισσότερο άζωτο (τιμές C/N μικρότερες του 30-35), ενώ τα πιο ξυλώδη υλικά περιέχουν μεγαλύτερες ποσότητες άνθρακα (τιμές C/N μεγαλύτερες του 40-45).
Στην κομποστοποίηση λαμβάνουν μέρος 3 φάσεις. Στη 1η φάση, αναπτύσσονται τα θερμόφιλα βακτήρια και παρατηρείται ταχεία άνοδος της θερμοκρασίας. Η θερμοκρασία ξεπερνά τους 6O°C. Οι ανάγκες για οξυγόνο είναι μεγάλες. Στη 2η φάση, εμφανίζονται όλο και πιο ενεργά οι θερμόφιλοι μύκητες. Η θερμοκρασία μειώνεται σταδιακά. Στην 3η φάση, επικρατούν οι μεσόφιλοι μύκητες. Η θερμοκρασία της κομπόστας εξακολουθεί να μειώνεται. Με το πέρας της θερμόφιλης φάσης το υλικό έχει χάσει την αρχική του μορφή, δομή και σύσταση. Η ωρίμανση της κομπόστας σε ορισμένες περιπτώσεις υλικών μπορεί να διαρκέσει αρκετούς μήνες.
Η κομποστοποίηση μπορεί να γίνει είτε σε σειράδια, είτε σε εγκιβωτισμένο σύστημα. Ο σωρός έχει ύψος 1,0-1,5 m και η βάση του 1,5-2,0 m. Όσο για το μήκος του σωρού, δεν υπάρχει κάποιος περιορισμός.
Οι διαστάσεις των πρώτων υλών ποικίλουν από 1,5-7,5 cm και το pH συνίσταται να είναι μικρότερο του 7,5. Η προτεινόμενη υγρασία κυμαίνεται από 55-60%. Εμπειρικά αυτό ελέγχεται, λαμβάνοντας μία χούφτα από το υλικό και σφίγγοντάς το παρατηρούμε αν έχει αποκτήσει μία πλαστικότητα. Αν δεν υπάρχει αυτή η πλαστικότητα τότε το υλικό έχει χαμηλή υγρασία. Αν πάλι στραγγίζει η περίσσια του νερού, τότε η υγρασία είναι υπερβολική. 
Η αναστροφές γίνονται για την οξυγόνωση του σωρού και κατά μέσο όρο πραγματοποιούνται 3-5. Ο αριθμός και συχνότητα των αναστροφών εξαρτώνται από την πρώτη ύλη.
Ο σωρός κομποστοποίησης πρέπει να προστατεύεται από την έντονη ηλιοφάνεια, λόγω εξάτμισης της υγρασίας, καθώς και από τις υπερβολικές βροχοπτώσεις. Συνίστανται τα ειδικά καλύμματα κομποστοποίησης τα οποία επιτρέπουν την εύκολη οξυγόνωση του σωρού, αλλά ταυτόχρονα εμποδίζουν την εξάτμιση του νερού. Εναλλακτικά χρησιμοποιούνται και άλλες απλούστερες και φθηνότερες λύσεις, με την προϋπόθεση ότι θα τηρούνται οι παραπάνω συνθήκες.
Η διαδικασία της κομποστοποίησης ολοκληρώνεται σε 3-6 μήνες ή και παραπάνω (αναλόγως την πρώτη ύλη). Η καλύτερη ένδειξη είναι η μέτρηση της θερμοκρασίας. Όταν η θερμοκρασία πέφτει σταδιακά κάτω από τους 40οC, τότε η διαδικασία οδεύει προς το τέλος.   

Σημαντικές συμβουλές
1.       Εάν ο σωρός αρχίζει και μυρίζει άσχημα, αυτό σημαίνει ότι υπάρχει έλλειψη οξυγόνου. Προτείνεται αναστροφή.  
2.       Σε περίπτωση απότομης πτώσης της θερμοκρασίας στο σωρό, ελέγχονται τα επίπεδα υγρασίας, ενώ ταυτόχρονα πραγματοποιείται και αναστροφή.
3.       Κατά την κομποστοποίηση καλό είναι να αποφεύγονται πρώτες ύλες στις οποίες έχουν εφαρμοστεί κυρίως μυκητοκτόνα (π.χ. επεξεργασμένη ξυλεία).
4.       Για τη συντήρηση της κομπόστας (μετά το πέρας της κομποστοποίησης) συνίσταται να διατηρούνται σε ικανοποιητικό βαθμό τα επίπεδα υγρασίας.
5.       Για την εφαρμογή της κομπόστας στο έδαφος λαμβάνεται υπόψη η οξύτητα του εδάφους και το είδος της καλλιέργειας.
6.       Η ανάμειξη 70% εδάφους προς 30% κομπόστας, θεωρείται μία ασφαλής αναλογία. Το ποσοστό της κομπόστας μπορεί να είναι και μικρότερο, ανάλογα με την ποιότητα της πρώτης ύλης που χρησιμοποιήθηκε.
7.       Ενδείκνυται η χρήση της κομπόστας όταν η θερμοκρασία έχει πέσει κάτω από τους 36οC.
8.       Η παρατήρηση και ο πειραματισμός παίζει το σημαντικότερο ρόλο για μια επιτυχημένη κομποστοποίηση.



Βιβλιογραφικές πηγές:
Ασημακόπουλος, Ι. 2008. Γονιμότητα του εδάφους, Εργαστήριο Γεωργικής Χημείας και Εδαφολογίας, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα.
Καλλιάνου, X. 1998. Σημειώσεις μαθημάτων Εδαφοχημείας και Περιβαλλοντικής Χημείας, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα.
Μπαλής, Κ. 1990. Θερμόφιλη Βιοαποικοδόμηση Οργανικών Υλικών. Εργαστήριο Μικροβιολογίας – Γενικής & Γεωργικής, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα.
Μπόβης, Κ. Μ. 1987. Γονιμότητα του εδάφους. Λιπάσματα – Λιπάνσεις. Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα.
Σιμώνης, Α. Δ. 1987. Λιπασματοποίηση – Κομποστοποίηση, Ελληνικό Κέντρο Παραγωγικότητας (ΕΛΚΕΠΑ) Παράρτημα Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη.  
Φουντής, Φ., Π. Μάιερ, Γ. Πανάγος.  1987. Κομπόστ – Το εμβόλιο γονιμότητας του εδάφους, «Σύλλογος Οικολογικής Γεωργίας», Αθήνα. 

DIY ιδέες Αστικής Γεωργίας

Ιδέες, tips και πρακτικές λύσεις για αστικούς αγρότες




DIY Ιδέες για Υπερυψωμένα Παρτέρια

Κατασκευή Υπερυψωμένου Παρτεριού

DIY Θερμοκήπιο απο επαναχρησιμοποιημένα παράθυρα

Υπερυψωμένο Παρτέρι με κάνναβο

Συλλογή Ομβρίων


Οι Εχθροί του Αστικού Πρασίνου και η αντιμετώπισή τους στο αστικό περιβάλλον

Οι Εχθροί του Αστικού Πρασίνου και η αντιμετώπισή τους στο αστικό περιβάλλον

Του Δρα Δ.Χ. Κοντοδήμα, Γεωπόνου (ΓΠΑ) - Εντομολόγου
Μπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο (ΜΦΙ)

Βασικές αρχές

Οι εντομολογικοί εχθροί των φυτών που συγκροτούν το αστικό και περιαστικό πράσινο αποτελούν συχνά σημαντικό παράγοντα υποβάθμισης της αισθητικής ή λειτουργικής αξίας τους. Οι βασικές αρχές στις οποίες μπορεί να στηριχθεί η πρόληψη και ο έλεγχος των εντομολογικών εχθρών είναι (Βλ. Flint 1990, Κοντοδήμας και Ανάγνου 2003):

α) η ενδεδειγμένη κατά περίπτωση κατασκευή των χώρων πρασίνου και η επιλογή καταλλήλων φυτών
Η σωστή κατά περίπτωση κατασκευή και η επιλογή καταλλήλων φυτών είναι η σημαντικότερη παράμετρος για την πρόληψη των εντομολογικών εχθρών σε ένα χώρο πρασίνου. Κατά τη μελέτη, η οποία πρέπει πάντα να προηγείται πριν τη δημιουργία ενός χώρου πρασίνου, πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψη:
- η καταλληλότητα του χώρου ανάλογα με τις εδαφοοικολογικές και κλιματολογικές συνθήκες της περιοχής.
- ο σκοπός τον οποίον πρόκειται να εξυπηρετήσει ο υπό κατασκευή χώρος.
- να συνδυάζονται τα ενδεδειγμένα έργα υποδομής (λίμνες, παγκάκια, πέργολες, πεζοδρόμια, διάδρομοι, αθλοπαιδιές, κέντρα αναψυχής κ.α.) με το κατάλληλο πράσινο (χλοοτάπητες, ποώδεις φυτοκαλύψεις, καλλωπιστικοί θάμνοι, καλλωπιστικά και δασικά δένδρα, κ.α.).
- το αποτέλεσμα της κατασκευής να απαιτεί χαμηλού κόστους συντήρηση. Πρέπει να προτιμούνται μακροβιότερα και ανθεκτικότερα φυτά έναντι αυτών με εντυπωσιακότερη εμφάνιση αλλά βραχύβια παρουσία. Επίσης πρέπει τα φυτά να τοποθετούνται χωροταξικά με τρόπο που να διευκολύνονται οι επεμβάσεις και τα πιο ευαίσθητα στους εχθρούς φυτά να ομαδοποιούνται εάν είναι δυνατόν.
- πρέπει να επιλέγονται τα πιο εύρωστα και εμφανίσιμα φυτά ούτως ώστε να επιτυγχάνεται η γρήγορη εγκατάστασή τους και να εξασφαλίζεται μεγαλύτερη αντοχή σε προσβολές εντομολογικών εχθρών αλλά και σε ακραίες περιβαλλοντικές συνθήκες (υψηλές θερμοκρασίες, παγετός, άνεμοι κ.α.)
- πρέπει να αξιολογείται η εντομοπανίδα της περιοχής και ο κίνδυνος εισαγωγής νέων εχθρών που μπορεί να προκαλέσουν σοβαρές ζημιές.
- σε περιπτώσεις αναδασώσεων πρέπει να γίνεται σωστή επιλογή φυτών που δε διαταράσσουν την οικολογική ισορροπία της ευρύτερης περιοχής.

β) η σωστή συντήρηση
Η σωστή συντήρηση του αστικού και περιαστικού πρασίνου είναι επίσης πολύ σημαντικός παράγοντας πρόληψης. Οι καλλιεργητικές φροντίδες στα καλλωπιστικά φυτά (άρδευση, λίπανση, κλάδευμα) σε πολλά σημεία διαφέρουν από τις αντίστοιχες που αφορούν παραγωγικά φυτά καρποφορίας και απαιτούν εξειδικευμένο προσωπικό. Ως σημαντικότερες ενέργειες για σωστή συντήρηση πρέπει να σημειώσουμε την διατήρηση της καθαριότητας και του αερισμού των χώρων πρασίνου, την ενδεδειγμένη άρδευση και την ορθολογική και εύστοχη χρονικά λίπανση. Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται επίσης για το σωστό κλάδευμα των φυτών.
Σημειώνεται ότι τα κλαδεύματα δεν πρέπει ποτέ να παραμένουν εντός ή κοντά στους χώρους πρασίνου διότι γίνονται καταφύγια πολλών εχθρών (κυρίως ξυλοφάγων εντόμων). Δεν πρέπει να παραμελείται, τέλος, η συντήρηση των δομικών υλικών (και ειδικά των ξυλοκατασκευών) που απαρτίζουν τους χώρους πρασίνου, αλλά και παρόμοιες κατασκευές στο αστικό δομημένο περιβάλλον.

γ) η βελτίωση των φυτών
Η δημιουργία βελτιωμένων ποικιλιών, χρησιμοποιώντας κλασικές ή πιο σύγχρονες μεθόδους, εξασφαλίζει φυτά με χαρακτηριστικά που τα καθιστούν λιγότερο ευπαθή στα έντομα και αποτελεί σημαντκή μέθοδο πρόληψης εντομολογικών προσβολών.

δ) η ολοκληρωμένη αντιμετώπιση
Για την πρόληψη και αντιμετώπιση των εντομολογικών εχθρών στο αστικό και περιαστικό πράσινο, θα πρέπει να εφαρμόζονται οι αρχές της ολοκληρωμένης αντιμετώπισης. Αυτό σημαίνει ότι δίνεται έμφαση στις μεθόδους βιολογικής αντιμετώπισης [παρασιτοειδή, αρπακτικά, εντομοπαθογόνα (ιοί, βακτήρια, μύκητες, νηματώδεις)] και στις βιοτεχνικές μεθόδους (π.χ. παγίδες και σηματοχημικά). Η καταφυγή στην χρήση φυτοπροστατευτικού προϊόντος πρέπει να γίνεται αφού εξαντληθεί η προσπάθεια αντιμετώπισης του προβλήματος με καλλιεργητικά ή βιολογικά μέσα και μόνο στην περίπτωση, κατά την οποία διαφαίνεται ότι η προσβολή θα έχει οικονομικό (=αισθητικό) αποτέλεσμα.
Επισημαίνεται ότι εντός του αστικού περιβάλλοντος είναι επιτρεπτή η χρήση σκευασμάτων που παρουσιάζουν χαμηλή ή μηδενική τοξικότητα στον άνθρωπο, τα ζώα και τα ωφέλιμα αρθρόποδα και η δράση τους δεν έχει μεγάλη υπολειμματική διάρκεια (Βλ. Νασιόπουλος 2005).

Σημαντικότεροι εχθροί

            Ακολούθως παρουσιάζονται τα σημαντικότερα εντομολογικά προβλήματα στο αστικό και περιαστικό πράσινο στη χώρα μας, όπως αυτά έχουν καταγραφεί στο αρχείο του Τμήματος Εντομολογίας & Γεωργικής Ζωολογίας του Μπενακείου Φυτοπαθολογικού Ινστιτούτου καθώς και στη σχετική βιβλιογραφία, τα τελευταία 20 χρόνια. Πολλοί από τους εχθρούς αυτούς ήταν αλλόχθονα είδη που εισέβαλαν στη χώρα μας προκαλώντας σοβαρές ζημιές.  
Αφίδες:  Στο αστικό περιβάλλον θα συναντήσουμε τα πολυφάγα είδη Aphis fabae, A. gossypii, Myzus persicae αλλά και τα Toxoptera aurantii και Aphis spiraecola (σε εσπεριδοειδή), Aphis craccivora (σε ψευδακακία, Robinia pseudacacia), Aphis hederae (σε κισσό, Hedera helix), Aphis nerii (σε πικροδάφνη Nerium oleander), Aphis sambuci (σε Sambucus nigra), Chaitophorus spp. (σε λεύκες, Populus spp.), Eriosoma lanuginosum και Tetraneura ulmi (σε φτελιές, Ulmus spp.), Baizognia pistaciae και Forda marginata (σε είδη του γένους Pistacia), Hyalopterus pruni (σε είδη του γένους Prunus), Brachycaudus helichrysi και B. cardui (σε καλλωπιστική δαµασκηνιά και είδη Asteraceae), Macrosiphum rosae (σε τριανταφυλλιά), Aphis illinoensis (σε άμπελο) κ.α. (Βλ. Καϊλίδης 1996, Σαββοπούλου-Σουλτάνη 1999, Περδίκης 2005). Η αντιμετώπισή τους γίνεται δυνατή κυρίως λόγω της δράσης αρπακτικών όπως τα Coccinella septempunctata, Hippodamia undecimnotata, H. variegata, Adalia bipunctata, Synharmonia conglobata, Propylaea quatuordecimpunctata, Scymnus spp.(Coleoptera: Coccinellidae), Syrphus spp. (Diptera: Syrphidae), Chrysopa spp. (Neuroptera: Chrysopidae) κ.α., καθώς και παρασιτοειδών όπως τα Aphidius colemani, Aphidius matricariae, Aphidius spp., Trioxys spp., Lysiflebus spp., Praon spp. (Hymenoptera, Aphidiinae) (Βλ. Kavallieratos et al. 2001), κ.α.  Να σημειωθεί ότι οι αφίδες Aphis sambuci, A. nerii και A. craccivora είναι τοξικές για τα αρπακτικά και ο έλεγχος τους επιτυγχάνεται κυρίως από τα παρασιτοειδή. Σε περιπτώσεις που οι πληθυσμοί των αφίδων δεν ελέγχονται από τη δράση ωφελίμων (φυσικών πληθυσμών ή εξαπολυομένων) συνιστάται επέμβαση με άλατα καλίου λιπαρών οξέων.
Κοκκοειδή: Πολλά είδη κοκκοειδών έχουν καταγραφεί να ζημιώνουν τα φυτά του αστικού περιβάλλοντος, όπως είδη της οικογενείας Diaspididae: Aonidella aurantii, Aspidiotus nerii, Parlatoria spp., Philippia spp., Quadraspidiotus spp., Parthenolecanium corni, Pseudalacaspis pentagona, Lepidosaphes spp., Pulvinaria spp., Protopulvinaria pyriformis, Parthenolecanium spp., Eulecanium spp., Crysomphalus spp., Aulacaspis rosae, Aonidia lauri, Unaspis euonymi κ.α., είδη Coccidae: Saissetia oleae, Coccus spp., Ceroplastes spp. κ.α., είδη Pseudococcidae: Planococcus citri, Pseudococcus longispinus κ.α., Margarodidae: Icerya purchasi, Marchalina hellenica, Margarodes spp. κ.α. (Βλ. Σαββοπούλου-Σουλτάνη 1999, Stathas et al 2008).
Η αντιμετώπισή τους επιτυγχάνεται κυρίως λόγω της δράσης αρπακτικών όπως τα Chilocorus bipustulatus, Rhyzobius lophanthae, Exochomus quadripustulatus, Nephus spp., Rhodolia cardinalis (Coleoptera: Coccinellidae) και παρασιτοειδών (να σημειωθεί ότι επί των κοκκοειδών της οικογενείας Margarodidae δεν έχουν παρατηρηθεί να δρουν παρασιτοειδή). Επεμβάσεις με θερινό πολτό ή λάδι συνιστώνται σε εξάρσεις προσβολών κατά την περίοδο εκκόλαψης των προνυμφών της πρώτης γενεάς (συνήθως αρχές Ιουνίου).
Εριώδης αλευρώδης: Ο εριώδης αλευρώδης Aleurothrixus floccosus (Hemiptera: Aleyrodidae) σοβαρό πρόβλημα στα καλλωπιστικά εσπεριδοειδή την περίοδο 1991-1995. Ο έλεγχος του στάθηκε δυνατός λόγω της δράσης του εξωτικού παρασιτοειδούς Cales noacki και του ιθαγενούς αρπακτικού Clitostethus arcuatus (Coleoptera: Coccinellidae) (Βλ. Κοντοδήμας κ.α. 2008).
Φυλλορύκτης των εσπεριδοειδών: Ο φυλλορύκτης των εσπεριδοειδών Phyllocnistis citrella (Lepidoptera: Gracillariidae), από το 1995 που εισήλθε στη χώρα μας, αποτελεί έναν ακόμα εχθρό των καλλωπιστικών εσπεριδοειδών. Η αντιµετώπισή του επιτυγχάνεται με καλλιεργητικά μέτρα (ενθάρρυνση της ανοιξιάτικης βλάστησης) και από τη δράση των παρασιτοειδών Citrostichus phyllocnistoides, Semielacher petiolatus, Pnigalio pectinicornis και Neochrysocharis formosa (Hymenoptera: Eulophidae) (Βλ. Τσαγκαράκης 2005).
Metcalfa pruinosa: Το Metcalfa pruinosa (Hemiptera: Flatidae) είναι έντομο μυζητικό το οποίο εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην Κέρκυρα και την Πρέβεζα το 2002.  Σύντομα εξαπλώθηκε σε πολλές περιοχές της ΒΔ Ελλάδας όπου καταγράφηκε να προσβάλει περισσότερα από 62 είδη φυτών. Σημαντική επιτυχία αποτέλεσε η εισαγωγή και εξαπόλυση του παρασιτοειδούς Neodryinus typhlocybae (Hymenoptera: Dryinidae) (Βλ. Σουλιώτης κ.α. 2007), το οποίο αποδείχθηκε ότι ελέγχει τους πληθυσμούς του M. pruinosa.
Εχθροί χλοοταπήτων: Κυρίως μετά το έτος 2000 καταγράφηκαν πολλές προσβολές από λεπιδόπτερα της οικογενείας Noctuidae σε χλοοτάπητες. Επίσης καταγράφηκαν και προσβολές από µηλολόνθη Melolontha melolontha (Coleoptera: Scarabeidae). Όσον αφορά στα λεπιδόπτερα της οικογενείας Noctuidae, οι περισσότερες προσβολές (>90%) οφείλονταν στο έντομο Spodoptera exigua. Επίσης διαπιστώθηκε σε χλοοτάπητες η παρουσία των Agrotis ipsilon, Agrotis segetum (γνωστή και ως Καραφατμέ), Agrotis exclamationis, Agrotis spinifera, Spodoptera littoralis, Autographa gamma, Chrysodeixis chalcites, Plusia festucae, Emmelia trabealis, Macdounnoughia confusa και Mythimna unipuncta (Βλ. Κοντοδήµας & Ανάγνου 2005).. Η αντιμετώπιση των λεπιδοπτέρων αυτών είναι δυνατή με την καταγραφή των πτήσεων τους σε φερομονικές παγίδες και επεμβάσεις με Bacillus thuringiensis (Βλ. Kontodimas et al. 2008). Η αντιμετώπιση των εχθρών των χλοοταπήτων (λεπιδοπτέρων, κολεοπτέρων κ.α.) μπορεί επίσης να επιτευχθεί με χρήση εντοµοπαθογόνων νηματωδών ή εντοµοπαθογόνων μυκήτων.
Εχθροί του πεύκου: Η πιτυοκάμπη, Thaumatopoea pityocampa (Lepidoptera: Thaumatopoeidae) συχνά αποτελεί σημαντικό πρόβλημα στο αστικό και περιαστικό πράσινο. Η παρακολούθηση των πτήσεων των ακμαίων της με φερομονικές παγίδες συμβάλλει σημαντικά στον έγκαιρο εντοπισμό των ωοτοκιών και την εύστοχη επέμβαση με Bacillus thuringiensis το φθινόπωρο. Το χειμώνα και την άνοιξη συνιστάται η απομάκρυνση των φωλεών με μηχανικά μέσα (Βλ. Αθανασίου και Καραδήμος 2005).
Το ωφέλιμο (ως μελιτογόνο) κοκκοειδές Marchalina hellenica (Hemiptera: Margarodidae) επίσης καταγράφηκε συχνά να αποτελεί σημαντικό εντομολογικό εχθρό στο αστικό και περιαστικό περιβάλλον. Ο περιορισμός των πληθυσμών του επιτυγχάνεται από τη δράση του αρπακτικού Neoleucopis kartliana (Diptera: Chamaemyiidae), την επάλειψη δακτυλίων κόλας στους κορμούς των πεύκων και τις επεμβάσεις την περίοδο εκκόλαψης των νεαρών προνυμφών (ερπουσών) συνήθως αρχές Ιουνίου.


Εχθροί των φοινικοειδών: Ο κόκκινος ρυγχωτός κάνθαρος των φοινικοειδών (red palm weevil) Rhynchophorus ferrugineus (Coleoptera: Curculionidae) και η πεταλούδα των φοινικοειδών Paysandisia archon (Lepidoptera: Castniidae) αποτελούν τους σημαντικότερους εχθρούς των φοινικοειδών στη Μεσόγειο (Βλ. Kontodimas et al. 2006, Vasarmidaki et al. 2006). Η προσβολή από τα έντομα αυτά συνήθως γίνεται αντιληπτή σε προχωρημένο στάδιο, όταν το προσβεβλημένο φοινικοειδές έχει καταστραφεί. Η αντιμετώπιση των εχθρών αυτών βασίζεται:
-          στη φυτοϋγειονομικά ασφαλή απομάκρυνση των προσβολών (απομάκρυνση του προσβεβλημένου φοινικοειδούς, δενδροχειρουργική αφαίρεση της προσβολής, θερμική θανάτωση με χρήση μικροκυμάτων)
-          στη διαρκή επισκόπηση για την έγκαιρη διαπίστωση νέων προσβολών
-          στην ανάπτυξη δικτύου μαζικής παγίδευσης (για το Rhynchophorus ferrugineus)
-          στις εφαρμογές εντομοπαθογόνων, ή εγκεκριμένων εντομοκτόνων ή άλλων μεθόδων στα φοινικοειδή που γειτονεύουν με τα προσβεβλημένα




Ξυλοφάγα έντομα: Στο αστικό περιβάλλον έχουν παρατηρηθεί προσβολές σε δένδρα κυρίως από τα ξυλοφάγα κολεόπτερα Trichoferus fasciculatus, Phloeosinus bicolor και Capnodis tenebrionis και από τα ξυλοφάγα λεπιδόπτερα Cossus cossus και Zeuzera pyrina (Βλ. Karamaouna & Kontodimas 2010, Μπουχέλος κ.α. 2008). Η αντιμετώπισή τους βασίζεται κυρίως στην απομάκρυνση των προσβολών με κλάδεμα εξυγίανσης.
Ακάρεα: Στους κλασικούς εχθρούς Tetranychus urticae, Panonychus citri έχει πρόσφατα προστεθεί το άκαρι Eutetranychus orientalis, που προκαλεί σημαντικές ζημιές σε εσπεριδοειδή (Βλ. Anagnou et al. 2009). Τα ακάρεα μπορούν να ελεγχθούν από τη δράση αρπακτικών Coccinellidae (Stethorus spp.) και αρπακτικών ακαρέων Phytoseidae, ή με επεμβάσεις με άλατα καλίου λιπαρών οξέων, θερινό πολτό ή λάδι, θείο κ.α.
Υπονομευτής του πυξαριού: Ο υπονομευτής του πυξαριού Monarthropalpus buxi (Diptera: Cecidomyiidae) παρατηρήθηκε τα τελευταία πέντε έτη να προξενεί σημαντικές ζημιές σε πυξάρια (κυρίως Buxus sempervirens και Buxus rotundifolia). Ωστόσο η επέκταση των προσβολών έχει αρχίσει να μειώνεται από τη δράση παρασιτοειδών του γένους Torymus (Hymenoptera: Torymidae) (Βλ. Vamvakas et al. 2006).
Λοιποί εχθροί:
Gynaikothrips ficorum (Thysanoptera: Phloeothripidae): εχθρός των καλλωπιστικών φυτών του γένους Ficus στα οποία προσβάλλει την άνω επιφάνεια των φύλλων δημιουργώντας χαρακτηριστικές υπερπλασίες και συστροφές.  Το G. ficorum θηρεύουν αρπακτικά ημίπτερα και νευρόπτερα (Βλ. Παπαδούλης  &  Εμμανουήλ 2001).
Trioza alacris (Hemiptera: Triozidae):  εχθρός της Δάφνης του Απόλλωνα (Laurus nobilis, Lauraceae) στην οποία προσβάλλει την ακραία βλάστηση (Βλ. Τσαγκαράκης & Παπαδούλης, 2004). Το T. alacris θηρεύεται από αρπακτικά Anthocoridae (Hemiptera) και Syrphidae (Diptera) (Βλ. Τζώρτζη κ.α. 2005).
Xanthogaleruca luteola (Coleoptera: Chrysomelidae): Το έντομο αυτό προκαλεί σημαντική ζημιά στη φτελιά καθώς οι προνύμφες του μπορούν να προκαλέσουν την πλήρη αποφύλλωση του δένδρου. Σημαντικό μέτρο για τη μείωση της προσβολής αποτελεί η συλλογή των νυμφών του εντόμου από το έδαφος, γύρω από τη βάση του κορμού των δένδρων, τους μήνες Μάιο-Σεπτέμβριο. Επίσης έχει παρατηρηθεί η δράση ωφελίμων: αρπακτικά ημίπτερα και νευρόπτερα και το ωοπαράσιτο Oomyzus galerucae (Hymenoptera: Eulophidae) (Βλ. Βαμβακάς & Μαλτέζου 2007).
Cameraria ohridella (Lepidoptera: Gracillariidae): Εχθρός της Ιπποκαστανιάς (Aesculus hippocastanum) στην οποία προσβάλλει (υπονομεύει) τα φύλλα (Anagnou et al. 2009, Αβτζής & Αβτζής 2005). Ωστόσο έχουν καταγραφεί αρκετά παρασιτοειδή τα οποία συμβάλλουν στη μείωση των πληθυσμών του εχθρού (Βλ. Πετεινάτος κ.α. 2005, Grabenweger et al. 2005).
Acizzia jamatonica (Hemiptera: Psyllidae): Εχθρός της Aκακίας Κωνσταντινουπόλεως (Albizia julibrissin) της οποίας προσβάλλει το φύλλωμα. (Βλ. Pasztor et al. 2010). Όταν οι πληθυσμοί του δεν ελέγχονται από τη δράση αρπακτικών συνιστάται επέμβαση με άλατα καλίου λιπαρών οξέων.
Ophelimus maskeli και Leptocybe invasa (Hymenoptera: Eulophidae) : εχθροί του ευκαλύπτου, στον οποίο προκαλούν κηκίδες στα φύλλα και τους νεαρούς βλαστούς αντίστοιχα. Το O. maskeli έχει ήδη αντιμετωπιστεί επιτυχώς από το παρασιτοειδές Closterocerus chamaeleon (Hymenoptera: Eulophidae). (Βλ. Μυλωνάς & Βαμβακάς 2006).
Scyphophorus acupunctatus (Coleoptera: Curculionidae): Καταγράφηκε πρόσφατα στην Αττική να προσβάλλει  Agave sp. (Βλ. Kontodimas & Kallinikou 2010). Η προσβολή από το S. acupunctatus μπορεί να οδηγήσει στο θάνατο το φυτό-ξενιστή, κυρίως λόγω της τροφικής δράσης των προνυμφών που ορύσσουν στοές προς το εσωτερικό της στεφάνης του φυτού (καρδιά). Η προσβολή από τα ακμαία περιορίζεται στα νεαρά φύλλα. Η αντιμετώπισή του επιτυγχάνεται με την μηχανική καταστροφή των προσβεβλημένων φυτών.
Corythuca ciliata (Hemiptera: Tingidae): Προσβάλλει τα φύλλα του πλατανιού. Στην Ελλάδα καταγράφηκε για πρώτη φορά το 1988 (Βλ. Tzanaκaκis 1988). Όταν οι πληθυσμοί του δεν ελέγχονται από τη δράση αρπακτικών ημιπτέρων συνιστάται επέμβαση με άλατα καλίου λιπαρών οξέων, θερινό πολτό ή λάδι.
Περιστασιακά παρατηρούνται προσβολές από Daphnis nerii (Lepidoptera: Sphegidae) σε πικροδάφνη (Βλ. Κάρτσωνας & Κοντοδήμας 2005), από Argidae (Hymenoptera), Typhlocyba rosae (Hemiptera: Membracidae), Diplolepis rosae (Hymenoptera: Cynipidae) και Homalorhynchites hungaricus (Coleoptera: Curculionidae) σε τριανταφυλλιά (Βλ. Σαββοπούλου-Σουλτάνη 1999, Σίμογλου 2004, Kontodimas  & Kavallieratos 2004, Κάρτσωνας & Σταθάς 2005, Stille 1985), από τα κολεόπτερα Chrysomela americana (Chrysomelidae) σε δενδρολίβανο και λεβάντα (Βλ. Μπουχέλος κ.α. 1998) και Ottiorrhynchus sulcatus (Curculionidae) σε λιγούστρα, φωτίνιες κ.α. (Βλ. Σαββοπούλου-Σουλτάνη 1999), χωρίς όμως να απαιτείται λήψη μέτρων φυτοπροστασίας (παρά μόνο σε φυτώρια).

Ψεκασμοί σε κατοικημένες περιοχές
Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημάνουμε ότι όσον αφορά στη χρήση φυτοπροστατευτικών προϊόντων, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, απαγορεύονται οι ψεκασμοί σε κατοικημένες περιοχές ή σε απόσταση μικρότερη των 50 μέτρων από αυτές των εντομοκτόνων 1ης κατηγορίας τοξικότητας (Τ+ σήμανση νεκροκεφαλή με χιαστή οστά, που φέρει την ένδειξη “δηλητήριο”) και 2ης κατηγορίας τοξικότητας (Τ σήμανση επίσης νεκροκεφαλή με χιαστή οστά, που φέρει την ένδειξη “τοξικό”). Ως εκ τούτου στο αστικό πράσινο επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται μόνο: εντομοκτόνα 3ης κατηγορίας τοξικότητας (σήμανση Χ, που φέρουν την ένδειξη “επικίνδυνο” ή “επιβλαβές” ή “ερεθιστικό”) και εντομοκτόνα τα οποία στερούνται τοξικολογικής κατάταξης και δεν φέρουν σήμανση τοξικότητας (Βλ. Νασιόπουλος 2005).

Κλείνοντας πρέπει να σημειωθεί ότι κατά την εφαρμογή των παραπάνω και μεθόδων πρέπει παράλληλα να ακολουθούνται οι βασικές αρχές της oλοκληρωμένης αντιμετώπισης εχθρών, προσαρμοσμένες στις ιδιαιτερότητες του, των συνθηκών και του σκοπού του αστικού και περιαστικού πρασίνου, οι οποίες επιγραμματικά είναι:
ü  Ο προσδιορισμός του αιτίου και των συνθηκών που προκάλεσαν την προσβολή.
ü  Η παρακολούθηση του βιολογικού κύκλου και της δραστηριότητας των πιθανών εχθρών και της εξέλιξης των προσβολών.
ü  Η γνώση του οικονομικού / αισθητικού επιπέδου προσβολής για κάθε περίπτωση φυτού-εχθρού.
ü  Η γνώση της ενδεδειγμένης μεθόδου για την αντιμετώπιση του εκάστοτε εχθρού.
ü  Η γνώση της κατάλληλης χρονικής στιγμής επέμβασης, η οποία διαφέρει ανάλογα με τη μέθοδο και τις εκάστοτε συνθήκες.
ü  Η καταγραφή των χειρισμών και κάθε πληροφορίας που σχετίζεται με το πρόβλημα που αντιμετωπίζεται.
ü  Η (επαν)αξιολόγηση των μεθόδων που χρησιμοποιούνται.

Σημείωση για τον αναγνώστη: Λόγω εξοικονόμησης χώρου δεν δημοσιεύεται η πλήρης λίστα της Βιβλιογραφίας που αναφέρεται στο παρόν κείμενο. Όσοι ενδιαφέρονται μπορούν να τη ζητήσουν από τον κ. Κοντοδήμα στη δ/ση : d.kontodimas@bpi.gr.